Κύριε Πρόεδρε του Οργανισμού της Αθήνας, κύριε Αντιπεριφερειάρχη, αγαπητοί συνάδελφοι,
Η αναγκαιότητα για την κατάρτιση ενός Ρυθμιστικού Σχεδίου για την Αθήνα και την Αττική προσαρμοσμένου στις σύγχρονες συνθήκες, είναι προφανής εδώ και αρκετά χρόνια.
Ακόμη περισσότερο αναγκαίο είναι το Ρυθμιστικό Σχέδιο λόγω της μη εφαρμογής πολλών προτάσεων του προηγούμενου
Ρυθμιστικού Σχεδίου, που αν και σημαντικές και καινοτόμες για την τότε ελληνική πραγματικότητα, έμειναν στα χαρτιά.
Έτσι, η πραγματικότητα της ανάπτυξης της Αττικής την τελευταία εικοσαετία χαρακτηρίστηκε από την άμετρη και χωρίς επαρκή σχεδιασμό επέκταση της μεγαλούπολης, που κατέφαγε πολύτιμη ύπαιθρο χώρα, τόσο στα βόρεια προάστια όσο και στα Μεσόγεια.
Από την υποβάθμιση συνοικιών του ιστορικού κέντρου, πως όπως επισημαίνει η πρόταση του νέου Ρυθμιστικού Σχεδίου έχουν φτάσει πλέον σε συνθήκες γκετοποίησης.
Από τη συνέχιση της αναπτυξιακής υστέρησης των λαϊκών συνοικιών της Δυτικής Αθήνας και της Β΄ Πειραιά, που συνοδεύει τις ελλείψεις σε κοινωφελείς υποδομές και την πολλαπλή περιβαλλοντική υποβάθμιση.
Και επίσης, από την εξάρτηση της οικονομικής δραστηριότητας από τους ευάλωτους κλάδους των κατασκευών και του εμπορίου, που φυσιολογικά υπέστησαν απότομη καθίζηση με την έναρξη κιόλας της οικονομικής κρίσης.
Η πρόταση για το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο προσπαθεί να αντιμετωπίσει μερικά από τα προβλήματα αυτά, στηριζόμενη σε σωστά διατυπωμένους νοηματικούς πυλώνες όπως η πράσινη ανάπτυξη, η οριοθέτηση του οικιστικού ιστού και η ανακοπή της περαιτέρω επέκτασης του, η προτεραιότητα στη χρήση των Μέσων μεταφοράς σταθερής τροχιάς κ.ά.
Επίσης, σε σωστή κατεύθυνση είναι η λογική να δοθεί συγκεκριμένο περιεχόμενο και φυσιογνωμία στην αναπτυξιακή προοπτική τόσο συνολικά της Αττικής ως μεσογειακής πρωτεύουσας, όσο και κάθε αναπτυξιακού πόλου στο εσωτερικό της.
Μέσα στα πλαίσια αυτά όμως, δεν μπορούμε να μην επισημάνουμε κάποια σημαντικά κενά και παραλείψεις, που απειλούν να διαιωνίσουν προβλήματα του παρελθόντος.
Θα μου επιτρέψετε αρχικά να σταθώ ιδιαίτερα στα προβλήματα της Δυτικής Αθήνας που για άλλη μια φορά δεν αντιμετωπίζονται με τη δέουσα προσοχή.
Επιτακτική λοιπόν θεωρώ την ανάγκη να προβλεφθεί
η συγκρότηση ενός αναπτυξιακού πόλου στη Δυτική Αθήνα, συνδυασμένη με την αξιοποίηση του μεγάλου και φθηνού κτιριακού αποθέματος στην περιοχή. Περιεχόμενο του αναπτυξιακού πόλου Δυτικής Αθήνας να είναι η εγκατάσταση επιχειρήσεων και δραστηριοτήτων τεχνολογικής καινοτομίας και εξοικονόμησης ενέργειας σε περισσότερους από έναν τοπικούς θύλακες, δηλαδή Αναπτυξιακά Πάρκα.
Με την αναπτυξιακή προοπτική της Δυτικής Αθήνας συνδυάζεται και το πάγιο αίτημα για απομάκρυνση των Στρατοπέδων, ΚΕΒΟΠ-ΚΕΔΒ και 301, και την απόδοση των εκτάσεων στους κατοίκους για χρήσεις πρασίνου, πολιτισμού, κοινωφελών λειτουργιών ή και χωροθέτησης αναπτυξιακών πρωτοβουλιών όπως οι προαναφερόμενες.
Για το σύνολο της Αθήνας, μεγάλη σημασία έχει η πρόβλεψη το δίκτυο Μέσων Μεταφοράς,
σταθερής τροχιάς ή λεωφορείων και τρόλεϋ, να μην συνδέει μόνον τις συνοικίες της περιφέρειας με το κέντρο αλλά να διευκολύνει και την κίνηση μεταξύ γειτονικών πόλεων. Με τον τρόπο αυτό όχι μόνο θα ελαφρύνουμε την πίεση πάνω στο συγκοινωνιακό πρόβλημα του κέντρου αλλά επίσης θα διευκολύνουμε έμπρακτα την αποκέντρωση της οικονομικής δραστηριότητας.
Οι προβλέψεις του Ρυθμιστικού Σχεδίου για την προστασία του περιαστικού πρασίνου και των Μητροπολιτικών Πάρκων είναι αναμφίβολα σε θετική κατεύθυνση. Θέλω απλώς να επισημάνω ότι διακρίνω μια επιμονή στη δημιουργία συνεχώς νέων φορέων για τη διαχείριση των χώρων αυτών, ενώ η εμπειρία πολλών ετών έχει δείξει ότι ο καλύτερος διαχειριστής τους αποδεικνύεται η Αυτοδιοίκηση,
λόγω και της εντοπιότητας της και της γνώσης που έχει συσσωρεύσει τόσα χρόνια. Καλύτερα λοιπόν να πάμε σε τέτοιες, αποκεντρωτικές λύσεις για την προστασία και ανάδειξη των πάρκων μας.
Θα σταματήσω εδώ, αφήνοντας το συνάδελφο Νίκο Χιωτάκη να σταθεί σε όλες τις επιμέρους πλευρές κάθε ζητήματος. Θα κλείσω με μια δήλωση αισιοδοξίας. Θεωρώ ότι η πρόταση για το Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας/Αττικής 2021 στηρίζεται σε σωστά θεμέλια, ότι οι άνθρωποι που τη διαχειρίζονται και γνωρίζουν και αγαπούν την Αττική. Πιστεύω λοιπόν ότι θα πετύχουμε να κάνουμε την πρόταση ακόμα καλύτερη με το δημιουργικό διάλογο που εξελίσσεται αυτό τον καιρό και στον οποίο ιδιαίτερα δυναμική θα είναι η συμβολή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.