Το φετινό Συνέδριο της Τ.Ε.Δ.Κ.Ν.Α. είναι αναμφισβήτητα από τα σημαντικότερα των τελευταίων ετών, δεδομένου ότι αποτελεί αφορμή για αποτίμηση των βημάτων που ήδη έγιναν, αλλά και αφετηρία για νέο ξεκίνημα, κεφαλαιοποιώντας τα οφέλη της περιφερειακής ανάπτυξης και επαναπροσδιορίζοντας το ρόλο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, σε σχέση με την Κεντρική Διοίκηση, αλλά και, πρωτίστως, σε σχέση με το επίπεδο των προσδοκιών που έχει καλλιεργήσει γι’ αυτήν ο πολίτης.
Στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, της κλιματικής αλλαγής αλλά και των ισχυρών κλυδωνισμών που υφίσταται το παγκόσμιο οικονομικό οικοδόμημα, με δεδομένη την αύξηση των προκλήσεων που πλήττουν τη συνοχή του κοινωνικού ιστού και ιδίως τη διόγκωση των μεταναστευτικών ροών, οι θεσμοί αποκτούν πρόσθετη βαρύτητα και σημασία για τον πολίτη. Πολύ περισσότερο όταν εκ των πραγμάτων βρίσκονται εγγύτερα στον πολίτη και αντλούν τη δημοκρατική τους νομιμοποίηση από τον ίδιο. Αυτήν ακριβώς την ανάγκη καλείται να καλύψει, στο μερίδιο που της αναλογεί, και η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Γιατί, όπως έχω ξαναπεί, το μέλλον και η προοπτική ανήκει στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και την Αποκέντρωση και όχι στο κεντρικό κράτος, το οποίο, σταδιακά, πρέπει να επιφυλάξει για τον εαυτό του ρόλο επιτελικό, αναπτύσσοντας και διευρύνοντας τη συνεργασία με τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε όλα τα ζητήματα που άπτονται της καθημερινότητας του πολίτη. Και χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτού του σχήματος είναι ο τομέας της Πολιτικής Προστασίας, όπου, το ενιαίο πλέον Υπουργείο Εσωτερικών ένωσε τις δυνάμεις του με την Τοπική Αυτοδιοίκηση και βελτίωσε σημαντικά τις επιδόσεις του σε ό,τι αφορά την αποτελεσματική διαχείριση κρίσεων, όπως είναι οι πυρκαγιές. Αλλά και οι ίδιοι οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης θα πρέπει να κινηθούν με γνώμονα την ενίσχυση και της μεταξύ τους συνεργασίας, και να γίνουν ισχυρότεροι και αποτελεσματικότεροι, αξιοποιώντας το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, ιδίως σε ό,τι αφορά τη διαδημοτική συνεργασία και τις εκούσιες συνενώσεις, αλλά και στο πλαίσιο των προωθούμενων μητροπολιτικών λειτουργιών.
Αυτό βέβαια έχει ως προϋπόθεση την καλή προετοιμασία που έγινε. Έτσι, στο Υπουργείο Εσωτερικών επικεντρωθήκαμε αρχικά στην προσπάθεια ενίσχυσης και θωράκισής της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τόσο σε οικονομικό όσο και σε λειτουργικό επίπεδο, ώστε να προετοιμασθεί εγκαίρως για τη νέα προγραμματική περίοδο και να καλυφθούν, όσο το δυνατόν καλύτερα και γρηγορότερα, οι αβελτηρίες και οι ελλείψεις στον σχεδιασμό και την προετοιμασία που είχαν παρατηρηθεί επί των ημερών των προηγούμενων Κυβερνήσεων, καθώς και οι θεσμικές και οικονομικές δυσλειτουργίες. Φυσικά, δεν ισχυριζόμαστε ότι λύθηκαν όλα τα προβλήματα της προηγούμενης 20ετίας μέσα σε τέσσερα χρόνια. Όμως έχουμε την πεποίθηση – η οποία έχει επιβεβαιωθεί και από τους ίδιους τους αιρετούς που ζουν καθημερινά την Τοπική Αυτοδιοίκηση – ότι έχουν γίνει σημαντικά βήματα και έχουν διορθωθεί πολλά πράγματα μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Και ότι, οργανωμένα πλέον, γίνεται πράξη η στρατηγική μας για τη δημιουργία Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην υπηρεσία του πολίτη, με σταθερούς πόρους και αναπτυξιακό προσανατολισμό, η οποία συνιστά ισχυρό φορέα τοπικής δημοκρατίας και περιφερειακής ανάπτυξης.
Ο δε Προϋπολογισμός του 2009, παρά τις ιδιαίτερα δυσμενείς συνθήκες που δημιούργησε η παγκόσμια οικονομική ύφεση, όπως προκύπτει από το προσχέδιο, επιφυλάσσει αύξηση των ΚΑΠ των ΟΤΑ πρώτου βαθμού πάνω από 22% σε σχέση με τον προϋπολογισμό του 2008. Και, επιπλέον, διασφαλίζει την απόδοση των παρακρατηθέντων από τις Κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ πόρων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης κατά τα έτη 1998-2003.
Και θα ήθελα στο σημείο αυτό να αναφερθώ σε ορισμένα παραδείγματα και σε συγκεκριμένα στοιχεία, από τα οποία προκύπτει η πρόοδος που έχει συντελεσθεί:
I. Αναπτυξιακό Πρόγραμμα «ΘΗΣΕΑΣ»
Εξαρχής φάνηκε η αναπτυξιακή προοπτική που εγγυάται για τις τοπικές κοινωνίες η εφαρμογή του Προγράμματος «ΘΗΣΕΑΣ». Ενός Αναπτυξιακού Προγράμματος το οποίο, πέραν της αναμόρφωσης που ήδη επέφερε, στο πλαίσιο του σκοπού και των κατευθύνσεών του, εξοικείωσε τους ΟΤΑ με το σύνολο της διαδικασίας ωρίμανσης των έργων, προετοιμάζοντάς τους εμπράκτως για την 4η προγραμματική περίοδο και παρέχοντάς τους ουσιαστική στήριξη τόσο σ’ επίπεδο τεχνογνωσίας όσο και σ’ επίπεδο υποδομών. Πιο συγκεκριμένα:
Α. Το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα «ΘΗΣΕΑΣ» δίνει για 5 χρόνια διπλάσιους πόρους απ’ ό,τι έδινε το ΕΠΤΑ για 7 χρόνια (3,5 δις ευρώ έναντι 1,7 δις ευρώ και μάλιστα για λιγότερα χρόνια), οι οποίοι κατανέμονται με κριτήρια διαφανή και αντικειμενικά που προσδιορίζονται κατά βάση από τις τοπικές ιδιαιτερότητες, όπως είναι η νησιωτικότητα, ο τυχόν ορεινός χαρακτήρας, η επισκεψιμότητα κλπ. Άλλωστε, η ροή των χρηματοδοτήσεων βρίσκεται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Εσωτερικών, έτσι ώστε κάθε ενδιαφερόμενος να έχει πρόσβαση στα στοιχεία αυτά, ανά πάσα στιγμή και υπό όρους πλήρους διαφάνειας. Αντίθετα, το Πρόγραμμα ΕΠΤΑ (1998-2004) έμεινε γνωστό περισσότερο για τους πόρους που δεν έδωσε, για την αδιαφάνειά του καθώς και τον επιλεκτικό τρόπο με τον οποίο γίνονταν οι χρηματοδοτήσεις.